- χαλκοπυρίτιο
- το, Ν(μεταλργ.) κράμα χαλκού και πυριτίου, περιεκτικότητας 2 έως 4% σε πυρίτιο.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. cuprosilicium].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πυρίτιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Si· ανήκει στην πρώτη υποομάδα της τέταρτης ομάδας του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 14, ατομικό βάρος 28,06, τρία φυσικά σταθερά ισότοπα και δύο τεχνητά και ραδιενεργά. Πολύ διαδεδομένο στη… … Dictionary of Greek